Κυριακή 26 Μαΐου 2013

Θράκη, ένα παράδειγμα για πολλούς.






Παρακολουθώντας τα τελευταία γεγονότα στην Στοκχόλμη, που συνιστούν μια έκρηξη και μια έκπληξη για τους μη γνωρίζοντες από μας τα ενδότερα της φιλόξενης αυτής χώρας, που μέχρι τώρα αποτελούσε παράδειγμα και υπόδειγμα πολιτισμικής συμβίωσης, με νομικό πλαίσιο φιλομεταναστευτικό, αποκούμπι πολλών κατατρεγμένων...όλο αυτό το ξέσπασμα που κρατάει 6 μέρες τώρα, μας ανάγκασε να σκύψουμε με περισσότερο ενδιαφέρον και να δούμε από πιο κοντά κάποιες λεπτομέρειες, που παρ όλα τα άρθρα που γράφονται, είναι λίγο δύσκολο να τις διακρίνουμε και να μας οδηγήσουν έτσι σε ασφαλή συμπεράσματα. Χρειάζεται λίγος καιρός να περάσει και να καθίσει η σκόνη των γεγονότων.

Με αφορμή όμως αυτό το γεγονός, μοιραία ένας Θρακιώτης θα κάνει παραλληλισμούς με τον τόπο του, θα κάνει συγκρίσεις και θα βγάλει-ίσως-κάποια συμπεράσματα, για μια κατάσταση που την ζει δεκαετίες τώρα και που έχει περάσει από σαράντα κύματα-μην πω και περισσότερα- και που προχωρά σήμερα σε ομαλότερους δρόμους, χωρίς τις λακούβες του παρελθόντος, αλλά φυσικά επιδέχεται βελτιώσεων ακόμη. 

Στην Θράκη λοιπόν, που αποτέλεσε-και αποτελεί ακόμη-το πεδίο όπου οι εθνικιστικές φωνές ένθεν κακείθεν αντιλαλούσαν κατά καιρούς και η ηχώ τους έφτανε σε φόρα, φορείς, σε κύμβαλα αλλαλάζοντα  πολλές φορές  που αναμετάδιδαν με πολύ ευκολία φόβους και -γιατί όχι-επιθυμίες, που ποτέ δεν άγγιζαν-με τον τρόπο που τουλάχιστον επιθυμούσαν οι κύκλοι αυτοί, την πραγματικότητα και τους ανθρώπους που την βίωναν.

Εδώ λοιπόν-ειδικά στους 2 νομούς-έχουμε πλέον ένα μοντέλο που λειτουργεί με καλούς ρυθμούς , χωρίς κραδασμούς και όλα δείχνουν ότι θα πάει καλύτερα. Και όλα αυτά μέσα στην συγκυρία της οικονομικής κρίσης, που εντείνει τα κοινωνικά προβλήματα, με την εμφάνιση επί πλέον και του θεσμοθετημένου μίσους, που όμως η πάνδημη λαϊκή κινητοποίηση σταμάτησε τις αχρείες εκδηλώσεις του-ίσως προσωρινά, γι αυτό χρειάζεται επαγρύπνηση-και που όλα δείχνουν ότι, τουλάχιστον σ αυτόν τον τομέα της συμβίωσης έχουμε ξεπεράσει τους σκοπέλους και υφάλους του παρελθόντος , παρ όλο που έχουν προστεθεί , πέρα από τα δύο σύνοικα στοιχεία, οι "παλιννοστούντες"μετανάστες, που κατοίκησαν στην περιοχή μας με θεσμική προτροπή, συν όλα τα άλλα στοιχεία (Ρομά, οικονομικοί μετανάστες άλλων εθνικών καταβολών),που συμπληρώνουν αυτό το παζλ. Αυτό το μωσαϊκό, συνιστά μια πολυχρωμία αρμονική, που δεν ενοχλεί και  όσο περνάει ο καιρός , αναδεικνύονται όλα τα επί μέρους στοιχεία της. Υπάρχουν ακόμη πλευρές που πρέπει να αντιμετωπισθούν με νηφαλιότητα και πρέπει να γίνει αυτό,αλλά τα εμπόδια που ξεπεράστηκαν κατά περιόδους, αν τα αναλογισθεί κανείς, ήταν μεγάλα και δύσκολα.

Εκπαιδευτικά προβλήματα  φαίνεται ότι λύνονται με σωστό τρόπο, θρησκευτική ελευθερία και ανοχή του διαφορετικού, συνύπαρξη στην κοινωνική ζωή σε μεγαλύτερο βαθμό από ότι στο παρελθόν, μια ανάσα πολυπολιτισμικής δροσιάς που είμαι σίγουρος ότι θα διατηρηθεί και θα επεκταθεί. Αποδείχτηκε ότι είναι στο χέρι μας. Όχι ότι δεν υπάρχουν ακόμη φωνές που έρχονται από το διαχωριστικό παρελθόν, αλλά δεν νομίζω ότι τις παίρνει κανείς πλέον στα σοβαρά. Μπροστά μας έχουμε μόνο τα κοινωνικά προβλήματα που προκύπτουν από την κρίση και αυτά αφορούν όλους στον ίδιο, πάνω κάτω, βαθμό. Ας επικεντρωθούμε σ αυτό με προσοχή και ψυχραιμία. Άλλος δρόμος δεν υπάρχει.



Σ.Σαρακενίδης



Σάββατο 18 Μαΐου 2013

"Μόνος στο Βερολίνο" του Hans Fallada






Μόλις τελείωσα ένα βιβλίο και ήθελα να μοιραστώ μαζί σας την αίσθηση και τις εντυπώσεις που μου άφησε. Είναι το βιβλίο του Γερμανού συγγραφέα Hans Fallada (λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Rudolf Ditzen). το " Μόνος στο Βερολίνο" (εκδόσεις Πόλις, μετάφραση Αντζη Σαλαμπάση), ο οποίος έζησε όλη την χιτλερική περίοδο της χώρας του (πέθανε το 1947), χωρίς συμμετοχή στο καθεστώς-έζησε κάπου απομονωμένος σε ένα χωριό-αλλά ούτε αντιστασιακές δάφνες διεκδίκησε, απλώς κατέγραψε την εποχή.

Πλήρης καταγραφή της περιόδου το βιβλίο του,αφορμή παίρνει από ένα συγκεκριμένο περιστατικό αντίστασης 2 απλών ανθρώπων, ενός ζευγαριού. Απλός εργάτης αυτός,μονταδόρος, εργοδηγός σε εργοστάσιο που κατασκευάζει φέρετρα, απρόσιτος, χωρίς συναισθήματα, τσιγκούνης, απλησίαστος από τους άλλους και η γυναίκα του ,  νοικοκυρά, που μόλις χάνουν τον ένα γιο τους στον πόλεμο με την Γαλλία (1940), παίρνουν αυτήν την απόφαση , της αφελούς αντιστασιακής πράξης, ξέροντας ότι το αποτέλεσμα μπορεί να είναι μοιραίο γι αυτούς.

Ο Fallada ντύνει μυθιστορηματικά αυτήν την αληθινή ιστορία, που είναι ένα μικρό δείγμα χιλιάδων άλλων. Περιγράφει μια εποχή ζόφου, χαφιεδισμού, διαχωρισμών σε μέλη του κόμματος και μη, διαφθοράς...έναν εφιάλτη στον οποίον καθυποτάχτηκε ο γερμανικός λαός. Χιλιάδες περιπτώσεις εκτελέσεων -δι' ασήμαντον αφορμήν τις περισσότερες φορές,- οι ήρωες μας απλώς έγραφαν κάρτες εναντίον του καθεστώτος και τις άφηναν σε πολυσύχναστα μέρη.Μια κοινωνία στην οποία κυριαρχούν οι ανεγκέφαλοι ναζί , αποβράσματα οι περισσότεροι και ένας λαός από την άλλη φοβισμένος, που ο υπέρμετρος φόβος του τον οδηγεί σε πράξεις χαφιεδισμού, στην προσπάθεια του ο καθένας να "πείσει" για την "νομιμότητα" του και την "πίστη" του στον Φύρερ. Εκτελέσεις που έμεναν κρυφές γιατί χαρακτηρίζονταν ως άκρως απόρρητες.Ανθρωποι που έχαναν τους δικούς τους ξαφνικά και δεν μάθαιναν ποτέ τίποτα γι αυτούς ξανά.

 Είναι ότι καλύτερο, ευανάγνωστο, χωρίς να διεκδικεί λογοτεχνικές δάφνες (ως μια καταγραφή της περιόδου από έναν στενογράφο μοιάζει) έχω διαβάσει για την ναζιστική Γερμανία.. Το συστήνω κυρίως σε εκείνους που δεν έχουν το διάβασμα στις προτεραιότητες τους και "ελαφρά τη καρδία" παίρνουν αποφάσεις, που ως λαό μας προσβάλλουν βάναυσα.

Σ.Σαρακενίδης






Δευτέρα 13 Μαΐου 2013

Φαύλος κύκλος











Φίλε μαθητή

Εσύ που βρίσκεσαι μπροστά στις πανελλήνιες εξετάσεις, εξετάσεις βάναυσες, ανόητες, εξοντωτικές, που δεν είναι σε θέση να ανιχνεύσουν την όποια ικανότητα σου, παρά μόνο το...παπαγαλίζειν και την καπατσοσύνη των φροντιστηρίων να "πιάσουν" τα θέματα τους, για να μπεις τελικά σ αυτό το τεράστιο πάρκιγκ που αυτονομάζεται ελληνικό πανεπιστήμιο και που έχεις επενδύσει-όπως λένε-όνειρα και προσδοκίες γι αυτό, που οι γονείς σου έχουν ξεπαραδιαστεί στα ιδιαίτερα- αυτά που δεν μπορούν να σου διδάξουν στην τάξη είναι ευκολότερο να το κάνουν στο σπίτι με κάποιο αντίτιμο βέβαια-, που καθημερινά πηγαίνεις επί χρόνια σ αυτό το σχολείο, που το βαριέσαι,το  απεχθάνεσαι, το μουτζουρώνεις, πας μόνο για το χαρτί....και στο πανεπιστήμιο για το χαρτί θα πας, που είναι τόσο άχρηστο σήμερα, όσο άχρηστα είναι όλα αυτά που σου μαθαίνουν όλα αυτά τα χρόνια. 

Που δεν μαθαίνεις να αγαπάς μέσα στο σχολείο την πραγματική γνώση , μόνο η προσωπική σου αναζήτηση θα σε οδηγήσει σ αυτήν αργότερα ίσως, αργότερα θα μάθεις πράγματα και θα απορείς γιατί δεν σου τα είπαν εκεί που έπρεπε . Που σε κάνει περίπου γλωσσικά ανάπηρο αυτό το σχολείο σήμερα, αδιαφορώντας και για την έξω απ αυτό πραγματικότητα, η οποία έχει άλλες απαιτήσεις, αλλά και για την ίδια την προσωπικότητα σου, τις ευαισθησίες σου, τα ενδιαφέροντα σου.....μια διεκπεραίωση όλα, μια φούσκα, χάσιμο του καλύτερου χρόνου σου, που το σπαταλάς τρέχοντας, αγκομαχώντας, στερώντας τον εαυτό σου από τα καλύτερα που μπορεί να σου συμβούν σ αυτήν την ηλικία. 

Η μάχη ανάμεσα στους συνδικαλιστές των  καθηγητών και του Υπουργείου έχει εσένα κυρίως θύμα της. Αυτή η διελκυστίνδα, που κρατάει χρόνια τώρα και που αυτήν την στιγμή δεν παίρνει υπόψη της , ούτε την συγκυρία, ούτε διεκδικεί κοινωνική ευαισθησία, ανάλγητη, δεν κρατάει αιχμάλωτους, παρά μόνο εσένα, χαμένο σε αναζήτηση μιας ανύπαρκτης μετάφρασης όλων αυτών, που δεν έχουν μάθει-ακόμη-να αναζητούν κοινούς τόπους, με τον τρόπο που το κάνουμε όλοι στα σπίτια μας...συζητώντας, συμφωνώντας, διαφωνώντας , υποχωρώντας διαπραγματευόμενοι και καταλήγοντας. Τίποτα απ όλα αυτά δεν γίνεται χρόνια τώρα. Μάχες εκ του συστάδην , εκ του μακρόθεν....πόλεμος. Μα ο πόλεμος πάντοτε ερείπια άφηνε πίσω του. Και αυτός δεν θα διαφέρει και λύσεις δεν θα δώσει. 

Και είναι-εν τέλει-ένας πόλεμος που τον πληρώνουν και οι άξιοι και ευαίσθητοι, οι δημιουργικοί άνθρωποι που προσπαθούν-και υπάρχουν πολλοί τέτοιοι-που, πέρα από τις αντιξοότητες της εποχής-λιγότερα λεφτά, χειρότερες συνθήκες στο σχολείο-προσπαθούν με τίμιο τρόπο, κόντρα σε όλες τις άνωθεν "ρυθμίσεις" να κάνουν-τι κοινότυπο!-την δουλειά τους καλά. Θύματα κι αυτοί λοιπόν. Ενας φαύλος κύκλος, μα πολύ φαύλος!

Σ.Σαρακενίδης







Τρίτη 7 Μαΐου 2013

Ένας άνθρωπος, μια εποχή.








Μερικοί από μας που αγαπήσαμε το μπάσκετ στο γηπεδάκι της ΧΑΝΘ και αργότερα στο Παλαι ντε σπορ, στα οποία θαυμάσαμε ήρωες παίκτες( "Δεν μπορείς Μπαρλά"), που σακάτευαν τα πόδια τους στα σκληρά δάπεδα, τότε που το μπάσκετ δεν είχε συστήματα, αλλά ατομικές εμπνεύσεις και που πολλές φορές εύστοχα σχόλια της κερκίδας προκαλούσαν γέλιο ("Ρε Συμιρδάνη από λιγκουαφόν έμαθες μπάσκετ");-, ο ερχομός του Γκάλη ήταν μια πολυτέλεια που την περιμέναμε από καιρό-δεν ήμουν πια στην θεσσαλονίκη από την τηλεόραση τον χάρηκα πιο πολύ-. Ενώ στην προηγούμενη κατάσταση, στις κερκίδες ήμασταν γνωστοί και φίλοι, με τον Γκάλη ήλθαν στο γήπεδο και οι "ποδοσφαιρόφιλοι", με τον φανατισμό τους και την ιδιαίτερη γλώσσα τους. Αρχισαν οι διαχωρισμοί στην κερκίδα , που συνδυάστηκε  με τους "διαχωρισμούς"ακόμη και στο σπίτι. Έβαλε και τις γυναίκες στην φανατική πλευρά του αθλητισμού και πλούτισε το ρεπερτόριο της κρεβατομουρμούρας.

 Ο Νίκος Γκάλης άλλαξε , σε μεγάλο βαθμό την κοινωνική ζωή της Ελλάδας, για μεγάλο διάστημα. Ο ψυχρός αυτός επαγγελματίας, που πολλές φορές εκνεύριζε με την έλλειψη συναισθήματος στις ενέργειες του, απελευθέρωσε τεράστια πάθη στην ελληνική κοινωνία, όχι μόνο σ αυτήν που παρακολουθούσε αθλητικές συναντήσεις, αλλά γενικότερα. Οι έρημες Πέμπτες ήταν μια μία τέτοια παρενέργεια. Νέκρωνε ο τόπος στα ντέρμπυ Αρη-Παοκ και στα διεθνή παιχνίδια του Αρη. Το μεγάλο κατόρθωμα του 1987 θα μείνει στην μνήμη όλων. Η επίκληση των αριθμών του πληθυσμού των 2 χωρών (της Ελλάδας και της ΕΣΣΔ) από τον εκφωνητή Συρίγο, μας έκανε να τρέχουμε σε βιβλία γεωγραφίας για επιβεβαίωση τους.

Η συμβολή του Νίκου Γκάλη σ αυτήν την επιτυχία σημαντική, αν όχι καθοριστική. Ο απόηχος της παρουσίας αυτού του ανθρώπου στον αθλητισμό φτάνει μέχρι και σήμερα, παρ όλο που-όπως σε όλες μας τις εκδηλώσεις-έχουμε χάσει το μέτρο και την ανοχή στο διαφορετικό. Στην μικρή μας χώρα , που νοιώθουμε ο ένας την ζεστασιά ή την ψυχρότητα του άλλου, του έντονου πάθους, αλλά και της δυνατότητας κατανόησης του καλού και σημαντικού, ο Ν. Γκάλης προσέφερε πολλά. Ευλογημένη η ώρα που ήλθε στην Ελλάδα.

Σ.Σαρακενίδης

Δευτέρα 6 Μαΐου 2013

Ανάσταση ή ανάταση;








Άπειρες οι ευχές αυτές τις μέρες. Μονότονες, επαναλαμβανόμενες, ένα είδος λάϊτ μοτίφ των γιορτών, που τις έχουν ανάγκη, απ ότι φαίνεται, οι περισσότεροι, για να αναζητήσει ο καθένας/μία ότι μπορεί μέσα του ή στους άλλους ή να κατασκευάσει ένα πρόσκαιρο ειδυλλιακό περιβάλλον, που θα καταρρεύσει σε λίγες ώρες.. Και τον υπόλοιπο καιρό κινείται στον υλικό κόσμο της ανάγκης,επιδιώκοντας μικρές νίκες, μακρυά από την "κατάνυξη". Πότε φοράει κανείς προσωπείο, δεν είναι για μένα καθαρό. Τούτες τις μέρες ή την υπόλοιπη ζωή του;



 Η ανάσταση, αυτό το φευγαλέο-περικυκλωμένο από έναν τεράστιο μύθο-γεγονός,είναι φυσικό να προσελκύει τις αδύνατες, θνητές συνειδήσεις μας. Εγραφε παλιά ο Νίκος Τσιφόρος, ένας από τους καλύτερους καταγραφείς της ιστορίας, ότι αν έλειπε ο φόβος του θανάτου, θα καταργούσε απέραντες βιβλιοθήκες και τόνους βιβλίων που έχουν γραφεί πάνω σ αυτήν την "γνώση"του ανθρώπου. Που-μόνος αυτός- από όλα τα έμβια όντα (αν και δεν ξέρουμε αν μέσα στα ένστικτα των ζώων μήπως  υπάρχει αυτή η γνώση , που εκφράζεται ίσως με την "αγωνία" της αναπαραγωγής), μόνο ο άνθρωπος ξέρει ότι θα πεθάνει κάποτε. Η ανάσταση, λοιπόν, αναπαράγεται μέσα στους ανθρώπινους μύθους και ακολουθεί μια σταθερή γραμμή ανανέωσης που περνά από τον Διόνυσο, τον Μίθρα , τον Ιησού και άλλους. Εμπνέεται κανείς απ αυτήν, μία παρηγορία όπου ακουμπά  του φόβους του, χωρίς όμως να τον εγκαταλείπουν οριστικά. Ενα ατομικό συναίσθημα, που παρ΄ όλη την συλλογική του επίφαση, παραμένει στο βάθος του να περιβάλλει το "εγώ" και να το οδηγεί με ένα όχι και τόσο σταθερό χέρι, στο άγνωστο , μεταφυσικό επέκεινα.



"Licht, mehr licht" λένε ότι είπε ο Γκαίτε λίγο πριν πεθάνει (και κάποιος ανόητος πήγε και άνοιξε ένα παράθυρο). Εκεί στην τελευταία όχθη της ζωής, ο μεγάλος Γερμανός, ίσως προείδε το απόλυτο σκοτάδι που έρχεται και ζήτησε περισσότερο φως. Ότι και να λέμε στην ζωή μας, όσο και αν βαυκαλιζόμαστε, ότι τάχα γινόμαστε καλύτεροι, ακολουθώντας μια φιλοσοφία, ένα δόγμα, μια παράταξη που μας υπόσχεται διάφορα , σημασία έχει τελικά πως χτίζει κανείς τον εαυτό και τι κάνει σ αυτήν την ζωή για τον ίδιο  πρώτα (ως σ΄ εαυτόν ε;) και  ταυτόχρονα για τους άλλους. 

Η πρόσκαιρη ευφορία μας, που αφήνει κατά μέρος την δυστυχία της ανθρώπινης ύπαρξης, που ξεχνά τα 6 δις που πατούν σ'αυτόν τον πλανήτη, όπου η πείνα και οι αρρώστιες θερίζουν, αυτή η παγίδα του μύθου, που είναι ταυτόχρονα και ένα ωραίο επίχρυσο κλουβί για να κλείσει κανείς μέσα του τις δικές του 'προσδοκίες", είναι η μεγαλύτερη από τις παγίδες που πέφτει ο άνθρωπος.  Είναι οι μεγάλες, μυθοποίκιλτες παρωπίδες του.


Σ.Σαρακενίδης






Σάββατο 4 Μαΐου 2013

Το πάσχα ως ανάμνηση!







Το πάσχα των παιδικών μας χρόνων, ήταν συνήθως γιορτή της υπαίθρου και του προαύλιου χώρου της εκκλησίας. Εκεί που τις άλλες μέρες παίζαμε μπάλα-στο προαύλιο της εκκλησίας και όταν, ενίοτε, η μικρή μας μπάλα διαπερνούσε τα κάγκελα των παραθύρων και κατέβαζε το τζάμι, ο καντηλανάφτης ήξερε και δεν ανησυχούσε, πέρα από τις συνηθισμένες παραινέσεις. Βάζαμε-όσοι είχαμε-από ένα μισόφραγκο και πηγαίναμε στον παρακείμενο μαραγκό-που περνούσε και τζάμια-και ξαναβάζαμε τα πράγματα στην θέση τους.

 Ετσι είχαμε κερδίσει το δικαίωμα να μετατρέπουμε την μικρή αυλίτσα της εκκλησίας σε γήπεδο. Σ αυτόν , τον ίδιο χώρο, λοιπόν παιζόταν για μας και από μας, το παρασκήνιο του θείου δράματος. Είχαμε κατά κάποιο τρόπο, αναλάβει το σάουντρακ της υποβολής σε κατάνυξη των περιοίκων, χτυπώντας , με βάρδιες, σε ρυθμό "λυπητερό" την καμπάνα. Το σκοινί της οποίας, χοντρό και στέρεο,-αργότερα όταν διάβαζα Ρίτσο το θυμήθηκα-ήταν σαν να μας είχε δοθεί μέσω αυτού μια μικρή εξουσία, για να υποβάλλουμε στους ακροατές της την επιβαλλόμενη λύπη για τον Χριστό , που εκείνη την ώρα τραβούσε τα μύρια όσα. 

Η εκκλησία για μας, ήταν τότε ο χώρος, που μας παρείχε δροσιά το καλοκαίρι-εκείνη η ήρεμη "ψύχρα" του εξώστη δεν ξεχνιέται-και ζεστασιά τον χειμώνα, γύρω από την μεγάλη σόμπα. Βοηθούσαμε-ή έτσι νομίζαμε-τους ψαλτάδες στο ισοκράτημα-κυρίως στον αριστερό που ήμουν εγώ-και τον παπά στα τελετουργικά εντός του ιερού. Είμασταν τα λεγόμενα παπαδάκια. Την Μ.Πέμπτη το βράδυ, που στόλιζαν κατά κανόνα τα κορίτσια τον επιτάφιο, είχαμε και τα πρώτα σκιρτήματα, τους πρώτους ανεκπλήρωτους έρωτες, βαρειά αρρώστεια, θανατερή. Εκτός αυτού ένα άλλο πλεονέκτημα που "κερδίσαμε" την μ. εβδομάδα, ήταν , η άνευ περιορισμών , κυκλοφορία μας, γιατί τις υπόλοιπες μέρες είχαμε όριο. 

Το βράδυ του μ. Σαββάτου, κοιμόμασταν νωρίς και γύρω στις 11 άρχιζαν τα πρώτα σκουντήματα για το ξύπνημα. Με την λαμπάδα στο χέρι και ένα γερο αυγό στην τσέπη, πηγαίναμε στην εκκλησία-μερικοί και με τα πιστόλια στην τσέπη, καουμπόηδες του πάσχα, με τις τάπες στην άλλη, να γιορτάσουμε εμφαντικά και να τρομάξουμε τα κορίτσια. Στο λεγόμενο "φιλί της αγάπης" κάποιες φορές-βοηθούσε βέβαια σ αυτό και η εκ των προτέρων προσέγγιση σε εύφορη περιοχή-μπορεί να εισπράτταμε κάποιο αξιόλογο φιλί, που το αξιοποιουσαμε αργότερα τα βράδυα. Αν γυρνούσες χωρίς αυγό στο σπίτι-αν σου το είχανε σπάσει το έπαιρναν-περίμενε η μαγειρίτσα και άλλο αυγό...κι αυτό ήταν όλο. 

Δεν συνηθίζαμε τις σούβλες στην περιοχή μας. Αρνί με πατάτες στον φούρνο ή με ρύζι (που το πηγαίναμε χύμα στον φούρναρη και το πρόσθετε αυτός την κατάλληλη στιγμή) για να φτουρίσει το φαγητό...μεγάλες οικογένειες με κανέναν παππού επί πλέον που έρχονταν συνήθως από το χωριό. Και μετά άρχιζε η ιεροτελεστία της άνοιξης. Τελείωνε το σχολείο και πετούσαμε τα παπούτσια, που τα ξαναφορούσαμε τον Σεπτέβρη όταν άνοιγε πάλι. Ολη αυτή η "αλλαγή" του πάσχα έχει καταγραφεί με έναν τρόπο στην μνήμη, όχι απαραίτητα νοσταλγικό, δεν ξέρω αν αυτή η νοσταλγία που εκφράζεται πολλές φορές από μας τους μεγαλύτερους, είναι πραγματική. Ηταν πιο πολύ ένα σκηνικό για τα παιχνίδια μας, που άλλαζαν, προς στιγμήν, περιεχόμενο. Η αγωνία της μάνας αν θα πετύχουν τα τσουρέκια της, να τα φυλάξει μετά μέχρι την Κυριακή (κυρίως τα αμύγδαλα που με έναν περίεργο τρόπο εξαφανίζονταν)

. Και μετά ακολουθούσε η ίδια αγωνία για το καθημερινό φαγητό, το σχολείο, ο μισθός του πατέρα που όσο και να τον τραβούσες δεν μεγάλωνε, τα αποφόρια των μεγάλων αδελφών , που τα βόλευε η μάννα πάντοτε για μένα τον στερνό. Αλλά να, υπάρχει ένα φωτάκι νοσταλγίας, οι μυρουδιές που τα ξαναθυμίζουν όλα αυτά, όπως και οι καγχασμοί κάποιων που θα το διαβάζουν τώρα αυτό και ακούγονται μέχρι εδώ :) Εύχομαι σε όλες/ους σας να νοιώσετε ότι επιθυμείτε αυτές τις μέρες και κυρίως αυτή η αναμενόμενη ανάσταση από πολλούς από σας (έτσι ακούω και διαβάζω) ας μην είναι πρόσκαιρη.

Σ.Σαρακενίδης